ΤΟ ΠΙΟ ΔΥΣΚΟΛΟ Όταν τα παιδικά μας καλοκαίρια στο χωριό πλησίαζαν στο τέλος τους, το καταλαβαίναμε από τη συγκεκριμένη ρουτίνα των τελευταίων ημερών. Οι βαλίτσες στήνονταν, ξαναγέμιζαν κι έκλειναν δύσκολα το τελευταίο βράδυ πριν την αναχώρηση. Κανά δυο κουτιά νουνού από σκληρό χαρτόνι γέμιζαν με φιλέματα από τη γιαγιά και τη γειτονιά, ό,τι μπορούσε να μεταφερθεί με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ ως την Αθήνα, και δένονταν σφιχτά και περίτεχνα με ένα σκοινί μπουγάδας. Τελευταίο αδειάζαμε το ψυγείο και το αφήναμε ανοιχτό και καθαρό, με ένα μανταλάκι-φρένο που εμπόδιζε τη πόρτα του να κλείσει και να μυρίσει κλεισούρα. Για θάλασσα ούτε κουβέντα την τελευταία μέρα - οι πετσέτες δεν προλάβαιναν να στεγνώσουν και οι μεγάλοι έτρεχαν με ένα σωρό δουλειές. Και όταν βράδιαζε η μέρα, πριν την αναχώρηση και το σπίτι τακτοποιημένο και μαζεμένο, έμοιαζε πάλι όπως το βρήκαμε και όπως θα το βρίσκαμε και την επόμενη φορά, τηρούταν και η τελευταία παράδοση: να χαιρετήσουμε τη γιαγιά. Το
Lixouri... You are here !